- Ὠκεανῖτις
- Ὠκεανῖτιςdaughter of Oceanfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ωκεανίτις — ίτιδος, ἡ, Α 1. ως επίθ. αυτή που ανήκει ή αναφέρεται στον ωκεανό 2. ως ουσ. α) μυθ. ωκεανίδα β) (ενν. γῆ) η ακτή τού ωκεανού. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ὠκεανός + επίθημα ῖτις (πρβλ. σελιν ῖτις)] … Dictionary of Greek
Ὠκεανῖτιν — Ὠκεανῖτις daughter of Ocean fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
OGYRIS — insula maris Indici ex adverso orae Arabiae Fel. ad Ortum, Erythraei regis monumentô nobilitata. Eius meminit Dionysius ὁ Περιηγητὴς, v. 607. Ε῎ςτι δέ τοι προτέρῳ Καρμανίδος ἔκτοθεν ἄκρης Ω῎γυρις, ἔνθα τε τύμβος Ε᾿ρυθραίου βασιλῆος. Mela l. 3. c … Hofmann J. Lexicon universale
ωκεανίδα — η / ὠκεανίς, ίδος, ΝΜΑ, και λόγιος τ. ωκεανίς Ν, και ὠγενίς Α συν. στον πληθ. οι ωκεανίδες μυθ. μυθικά πλάσματα, κόρες τού Ωκεανού, νύμφες τής θάλασσας, τών οποίων το σώμα ήταν από τη μέση και πάνω παρθένας και από τη μέση και κάτω ψαριού («ἔνθα… … Dictionary of Greek
Ὠκεανιτίδων — Ὠκεανῑτίδων , Ὠκεανῖτις daughter of Ocean fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠκεανίτιδα — Ὠκεανί̱τιδα , Ὠκεανῖτις daughter of Ocean fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠκεανίτιδας — Ὠκεανί̱τιδας , Ὠκεανῖτις daughter of Ocean fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὠκεανίτιδος — Ὠκεανί̱τιδος , Ὠκεανῖτις daughter of Ocean fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)